Η ΔΕΡΟΠΟΛΗ
Δερόπολη, ή Δρόπολη, λέγεται το νότιο
τμήμα της κοιλάδας του Δρύνου του Νομού Αργυροκάστρου. Το μάκρος της είναι
περίπου 40 χιλιόμετρα και το πλάτος από 5-8. Η στενόμακρη αυτή κοιλάδα έχει
κατεύθυνση από Νότο προς Βορρά. Αρχίζει από τις κορυφογραμμές των βουνών
Στουγάρα και Μουργκάνα, που την χωρίζουν από την επαρχία Φιλιατών και φτάνει ως
το Αργυρόκαστρο.
Το βόρειο τμήμα της κοιλάδας από το Αργυρόκαστρο και ως το Τεπελένι, (μάκρος περί τα 30 χλμ), έχει ανατολικά την επαρχία της Λιούντζης και δυτικά τα υψίπεδα του Κουρβελεσίου.
Απ’όλα τα μέρη η Δερόπολη είναι περιτειχισμένη από δυσκολοδιάβατα βουνά.Δυτικά υψώνεται η συνεχόμενη και σχεδόν αδιάβατη οροσειρά του Πλατοβουνίου(κλάδος των Ακροκεραυνίων), που χωρίζει τη Δερόπολη από την επαρχία Δελβίνου. Στο νότο τα απόκρημνα βουνά Στουγάρα και Μουργκάνα τη χωρίζουν από την επαρχία Φιλιατών. Ανατολικά έχει τα βουνά Ζωνάρια και το Μακρύκαμπο που τη χωρίζουν από την επαρχία Πωγωνίου.
Τα Ζωνάρια είναι χαμηλή λοφοσειρά, που αρχίζει λίγο παραπάνω απ’το χωριό Καστάνιανη και απέναντι της Κοσοβίτσας και προχωρεί προς το Βορρά μέχρι το χωριό Ραντάτες και τα στενά του Κατή. Η λοφοσειρά αυτή είναι το μόνο ευκολοδιάβατο σημείο της κοιλάδας της Δερόπολης. Από τα στενά του Κατή περνούσε τα παλιότερα χρόνια αμαξητός δρόμος, που ένωνε τη Δερόπολη με τους Αγίους Σαράντα και τα Ιωάννινα.
Απ’τα στενά του Κατή υψώνεται το βουνό Μακρύκαμπος με την υψηλότερη κορυφή του, το Μποζιανίκο. Μετά το Μακρύκαμπο προς το Βορρά αρχίζουν τα βουνά της Λιούντζης. Μεταξύ των δύο οροσειρών, του Μακρύκαμπου και των βουνών της Λιούντζης, σχηματίζεται ένα στενό πέρασμα, το λεγόμενο «Γκρίκα» ή στενό της «Σούχας», απ’όπου περνάει και το ομώνυμο ποτάμι της Σούχας, που χύνεται στο Δρύνο. Απ’τη Γκρίκα μπαίνεις σε μια μικρή κοιλάδα, που σχηματίζουν ο Μακρύκαμπος, τα βουνά της Λιούντζης και η πανύψηλη οροσειρά της Νεμέρτσικας.
Τα βουνά της Λιούντζης και η οροσειρά του Κουρβελεσίου πλησιάζουν μεταξύ τους στο βορεινό σημείο κοντά στο χωριό Λέκλη, αφλήνοντας ένα άνοιγμα απ’όπου αριστερά περνάει ο αυτοκινητόδρομος που πάει στο Τεπελένι και δεξιά ανάμεσα από χαμόκλαδα και ντούσκα, όμορφες ιτιές και ψηλές λεύκες, βαθύσκια πλατάνια και άλλα δέντρα ρέει ο Δρύνος. Σε λίγη απόσταση απ’το σημείο αυτό ο Δρύνος χύνεται στον Αώο( Βιόσα).
Το άνοιγμα, που αφήνουν μεταξύ τους οι δύο οροσειρές λέγεται από τους Δεροπολίτες «Πόρτα». Η Πόρτα χρησιμεύει σαν προγνωστικό του καιρού. Όταν η Πόρτα είναι ανοιχτή,δηλαδή στο βάθος του ορίζοντα δεν έχει σύννεφα, τότε ο καιρός θα καλυτερέψει, όσο και αν ο ουρανός της Δερόπολης είναι βαριά συννεφιασμένος. Και αντίστροφα, όταν η Πόρτα είναι κλειστή,δηλαδή στο βάθος του ορίζοντα είναι σύννεφα, τότε ο ξάστερος ουρανός της Δερόπολης θα συννεφιάσει και σε 12 ως 14 ώρες θα βρέξει.
Η μακρόστενη λοιπόν κοιλάδα του Δρύνου είναι απ’όλες τις μεριές κλεισμένη με δυσκολοδιάβατες βουνοσειρές και μόνο μια εύκολη είσοδο έχει στα στενά της Λέκλης, όπουυπήρχε το αρχαίο φρούριο Α ν τ ι γ ό ν ε ι α, και μια έξοδο, από τα στενά του Κατή, ή απ’τις λοφοσειρές της Κακαβιάς. Άλλες διαβάσεις για τα Ιωάννινα δεν υπάρχουν, γιατί τα πάντα γύρω είναι ορεινά, και διακόπτονται από ποτάμια και ορμητικούς χειμάρρους.
Η δυτική οροσειρά των Ακροκεραυνίων, η λεγόμενη «Π λ α τ ο β ο ύ ν ι» ή με το γενικό όνομα Δεροπολίτικα βουνά, είναι δύσβατη. Έχει μόνο ένα πέρασμα απ’το μπογάζι της Γράψης, αλλά το πέρασμα αυτό δεν έχει στρατηγική σημασία. Είναι γνωστό, ότι οι μεγάλοι στρατοί, τόσο στην αρχαιότητα, όσο και σήμερα, δεν αποβιβάζονταν στους Σαράντους, αλλά στο Δυρράχιο, ή την Αυλώνα και κατόπι απ’τα στενά του Τεπελενίου και της Λέκλης έμπαιναν στην κοιλάδα του Δρύνου και από την έξοδο της Κακαβιάς και της Αρίνιστας κατευθύνονταν στα Ιωάννινα.
Ένα δεύτερο πέρασμα για την κεντρική Ήπειρο θα μπορούσε να είναι τα Μεσογέφυρα της Πρεμετής, αλλά από εκεί ο Αώος είναι πολύ ορμητικός με απόκρημνες όχθες. Μένει λοιπόν σαν μοναδικός δρόμος αυτός που οδηγεί από Τεπελένι στην Κακαβιά,Καλπάκι και από εκεί στα Ιωάννινα. Αυτόν τον δρόμο ακολούθησαν σε διάφορες εποχές οι επιδρομείς. Οι Ρωμαίοι με τον Αιμίλιο Παύλο, οι Νορμανδοί, οι ψευτοϋπερασπιστές του Σταυρού, «Σταυροφόροι», οι Τούρκοι και τελευταία οι Ιταλοί του Μουσολίνι. Γιατί όλοι εξόν από τους Τούρκους ξεκινούσαν απ’την Ιταλία, αποβιβάζονταν στο Δυρράχιο ή στην Αυλώνα και από εκεί ακολουθώντας την κοιλάδα του Δρύνου εισέβαλλαν στην κεντρική Ήπειρο. Από αυτό καταλαβαίνει κανείς πόσο έχει υποφέρει η Δερόπολη από τις βαρβαρικές επιδρομές και κατακτήσεις.
Τη Δερόπολη διασχίζει ο Δρύνος που έχει δύο πηγές, το Ρογόζι και το Γυφτοπόταμο. Στο δρόμο του δέχεται τα νερά και δύο άλλων μικρών ποταμιών, του Ξεριά και του ποτάμου της Σούχας. Το καλοκαίρι τα νερά του Δρύνου λιγοστεύουν και δεν επαρκούν για να ποτίσουν, παρά μόνο μικρή περιοχή της Άνω Δερόπολης. Ωστόσο αν και ξερικός ο κάμπος της Δερόπολης είναι εύφορος. Ευδοκιμούν το στάρι, το καλαμπόκι, η βρύζα, η βρώμη, η πατάτα, ο καπνός και όλα τα καρποφόρα δέντρα. Αλλά και τα βουνά της είναι πλούσια σε βοσκές για την κτηνοτροφία. Τα παλιότερα χρόνια ο κάμπος ήταν γεμάτος από δρυς, δηλαδή βελανιδιές.
Τα χωριά της Δερόπολης είναι χτισμένα στις πλαγιές των γύρω βουνών το ένα κοντά στο άλλο σαν αρμάδα. Συνολικά τα χωριά της Δερόπολης είναι 34.
Το βόρειο τμήμα της κοιλάδας από το Αργυρόκαστρο και ως το Τεπελένι, (μάκρος περί τα 30 χλμ), έχει ανατολικά την επαρχία της Λιούντζης και δυτικά τα υψίπεδα του Κουρβελεσίου.
Απ’όλα τα μέρη η Δερόπολη είναι περιτειχισμένη από δυσκολοδιάβατα βουνά.Δυτικά υψώνεται η συνεχόμενη και σχεδόν αδιάβατη οροσειρά του Πλατοβουνίου(κλάδος των Ακροκεραυνίων), που χωρίζει τη Δερόπολη από την επαρχία Δελβίνου. Στο νότο τα απόκρημνα βουνά Στουγάρα και Μουργκάνα τη χωρίζουν από την επαρχία Φιλιατών. Ανατολικά έχει τα βουνά Ζωνάρια και το Μακρύκαμπο που τη χωρίζουν από την επαρχία Πωγωνίου.
Τα Ζωνάρια είναι χαμηλή λοφοσειρά, που αρχίζει λίγο παραπάνω απ’το χωριό Καστάνιανη και απέναντι της Κοσοβίτσας και προχωρεί προς το Βορρά μέχρι το χωριό Ραντάτες και τα στενά του Κατή. Η λοφοσειρά αυτή είναι το μόνο ευκολοδιάβατο σημείο της κοιλάδας της Δερόπολης. Από τα στενά του Κατή περνούσε τα παλιότερα χρόνια αμαξητός δρόμος, που ένωνε τη Δερόπολη με τους Αγίους Σαράντα και τα Ιωάννινα.
Απ’τα στενά του Κατή υψώνεται το βουνό Μακρύκαμπος με την υψηλότερη κορυφή του, το Μποζιανίκο. Μετά το Μακρύκαμπο προς το Βορρά αρχίζουν τα βουνά της Λιούντζης. Μεταξύ των δύο οροσειρών, του Μακρύκαμπου και των βουνών της Λιούντζης, σχηματίζεται ένα στενό πέρασμα, το λεγόμενο «Γκρίκα» ή στενό της «Σούχας», απ’όπου περνάει και το ομώνυμο ποτάμι της Σούχας, που χύνεται στο Δρύνο. Απ’τη Γκρίκα μπαίνεις σε μια μικρή κοιλάδα, που σχηματίζουν ο Μακρύκαμπος, τα βουνά της Λιούντζης και η πανύψηλη οροσειρά της Νεμέρτσικας.
Τα βουνά της Λιούντζης και η οροσειρά του Κουρβελεσίου πλησιάζουν μεταξύ τους στο βορεινό σημείο κοντά στο χωριό Λέκλη, αφλήνοντας ένα άνοιγμα απ’όπου αριστερά περνάει ο αυτοκινητόδρομος που πάει στο Τεπελένι και δεξιά ανάμεσα από χαμόκλαδα και ντούσκα, όμορφες ιτιές και ψηλές λεύκες, βαθύσκια πλατάνια και άλλα δέντρα ρέει ο Δρύνος. Σε λίγη απόσταση απ’το σημείο αυτό ο Δρύνος χύνεται στον Αώο( Βιόσα).
Το άνοιγμα, που αφήνουν μεταξύ τους οι δύο οροσειρές λέγεται από τους Δεροπολίτες «Πόρτα». Η Πόρτα χρησιμεύει σαν προγνωστικό του καιρού. Όταν η Πόρτα είναι ανοιχτή,δηλαδή στο βάθος του ορίζοντα δεν έχει σύννεφα, τότε ο καιρός θα καλυτερέψει, όσο και αν ο ουρανός της Δερόπολης είναι βαριά συννεφιασμένος. Και αντίστροφα, όταν η Πόρτα είναι κλειστή,δηλαδή στο βάθος του ορίζοντα είναι σύννεφα, τότε ο ξάστερος ουρανός της Δερόπολης θα συννεφιάσει και σε 12 ως 14 ώρες θα βρέξει.
Η μακρόστενη λοιπόν κοιλάδα του Δρύνου είναι απ’όλες τις μεριές κλεισμένη με δυσκολοδιάβατες βουνοσειρές και μόνο μια εύκολη είσοδο έχει στα στενά της Λέκλης, όπουυπήρχε το αρχαίο φρούριο Α ν τ ι γ ό ν ε ι α, και μια έξοδο, από τα στενά του Κατή, ή απ’τις λοφοσειρές της Κακαβιάς. Άλλες διαβάσεις για τα Ιωάννινα δεν υπάρχουν, γιατί τα πάντα γύρω είναι ορεινά, και διακόπτονται από ποτάμια και ορμητικούς χειμάρρους.
Η δυτική οροσειρά των Ακροκεραυνίων, η λεγόμενη «Π λ α τ ο β ο ύ ν ι» ή με το γενικό όνομα Δεροπολίτικα βουνά, είναι δύσβατη. Έχει μόνο ένα πέρασμα απ’το μπογάζι της Γράψης, αλλά το πέρασμα αυτό δεν έχει στρατηγική σημασία. Είναι γνωστό, ότι οι μεγάλοι στρατοί, τόσο στην αρχαιότητα, όσο και σήμερα, δεν αποβιβάζονταν στους Σαράντους, αλλά στο Δυρράχιο, ή την Αυλώνα και κατόπι απ’τα στενά του Τεπελενίου και της Λέκλης έμπαιναν στην κοιλάδα του Δρύνου και από την έξοδο της Κακαβιάς και της Αρίνιστας κατευθύνονταν στα Ιωάννινα.
Ένα δεύτερο πέρασμα για την κεντρική Ήπειρο θα μπορούσε να είναι τα Μεσογέφυρα της Πρεμετής, αλλά από εκεί ο Αώος είναι πολύ ορμητικός με απόκρημνες όχθες. Μένει λοιπόν σαν μοναδικός δρόμος αυτός που οδηγεί από Τεπελένι στην Κακαβιά,Καλπάκι και από εκεί στα Ιωάννινα. Αυτόν τον δρόμο ακολούθησαν σε διάφορες εποχές οι επιδρομείς. Οι Ρωμαίοι με τον Αιμίλιο Παύλο, οι Νορμανδοί, οι ψευτοϋπερασπιστές του Σταυρού, «Σταυροφόροι», οι Τούρκοι και τελευταία οι Ιταλοί του Μουσολίνι. Γιατί όλοι εξόν από τους Τούρκους ξεκινούσαν απ’την Ιταλία, αποβιβάζονταν στο Δυρράχιο ή στην Αυλώνα και από εκεί ακολουθώντας την κοιλάδα του Δρύνου εισέβαλλαν στην κεντρική Ήπειρο. Από αυτό καταλαβαίνει κανείς πόσο έχει υποφέρει η Δερόπολη από τις βαρβαρικές επιδρομές και κατακτήσεις.
Τη Δερόπολη διασχίζει ο Δρύνος που έχει δύο πηγές, το Ρογόζι και το Γυφτοπόταμο. Στο δρόμο του δέχεται τα νερά και δύο άλλων μικρών ποταμιών, του Ξεριά και του ποτάμου της Σούχας. Το καλοκαίρι τα νερά του Δρύνου λιγοστεύουν και δεν επαρκούν για να ποτίσουν, παρά μόνο μικρή περιοχή της Άνω Δερόπολης. Ωστόσο αν και ξερικός ο κάμπος της Δερόπολης είναι εύφορος. Ευδοκιμούν το στάρι, το καλαμπόκι, η βρύζα, η βρώμη, η πατάτα, ο καπνός και όλα τα καρποφόρα δέντρα. Αλλά και τα βουνά της είναι πλούσια σε βοσκές για την κτηνοτροφία. Τα παλιότερα χρόνια ο κάμπος ήταν γεμάτος από δρυς, δηλαδή βελανιδιές.
Τα χωριά της Δερόπολης είναι χτισμένα στις πλαγιές των γύρω βουνών το ένα κοντά στο άλλο σαν αρμάδα. Συνολικά τα χωριά της Δερόπολης είναι 34.
Τρία από τα χωριά της Δερόπολης είναι
τα μεγαλύτερα, η ακριτική Δερβιτσιάνη στην Κάτω Δερόπολη, το ξακουστό Βουλιαράτι
στη μέση και η ηρωική Σωτήρα στην Άνω Δερόπολη.
Η Δερόπολη είναι σήμερα επαρχία του Νομού Αργυροκάστρου της Λαϊκης Δημοκρατίας της Αλβανίας. Έχει συμπεριληφθεί στην Αλβανική Επικράτεια ύστερα από τη ρύθμιση και καθορισμό των ελληνο-αλβανικών συνόρων απ’την Κοινωνία των Εθνών του 1923, με πλήρη μειονοτικά δικαιώματα, γλώσσας, σχολείων κλπ. Όμως γεωγραφικά και ιστορικά ανήκει στην Ήπειρο από τους αρχαιοτάτους χρόνους και πολιτικά αποτελούσε τμήμα του Κράτους των Μολοσσών.
Εμπορικό κέντρο της Δερόπολης είναι το Αργυρόκαστρο. Σ’αυτό διοχετεύονται τα προϊόντα της κοιλάδας του Δρύνου, δηλαδή της Δερόπολης, Λιούντζης και Κουρβελεσίου. Αποτελεί συγκοινωνιακό και εμπορικό κόμβο μεταξύ Αγίων Σαράντα και Τεπελενίου.
Παραπάνω δώσαμε μία απλή περιγραφή της Δερόπολης. Θα έπρεπε ίσως να περιγράψουμε και να εξυμνήσουμε ανάμεσα στα άλλα και τις φυσικές ομορφιές της, τα γραφικά τοπία και τον πολιτισμό των κατοίκων της. Αλλά περίττευε, αφού η Δερόπολη είναι γνωστή πια σαν Νύφη της Ηπείρου.
Η Δερόπολη είναι σήμερα επαρχία του Νομού Αργυροκάστρου της Λαϊκης Δημοκρατίας της Αλβανίας. Έχει συμπεριληφθεί στην Αλβανική Επικράτεια ύστερα από τη ρύθμιση και καθορισμό των ελληνο-αλβανικών συνόρων απ’την Κοινωνία των Εθνών του 1923, με πλήρη μειονοτικά δικαιώματα, γλώσσας, σχολείων κλπ. Όμως γεωγραφικά και ιστορικά ανήκει στην Ήπειρο από τους αρχαιοτάτους χρόνους και πολιτικά αποτελούσε τμήμα του Κράτους των Μολοσσών.
Εμπορικό κέντρο της Δερόπολης είναι το Αργυρόκαστρο. Σ’αυτό διοχετεύονται τα προϊόντα της κοιλάδας του Δρύνου, δηλαδή της Δερόπολης, Λιούντζης και Κουρβελεσίου. Αποτελεί συγκοινωνιακό και εμπορικό κόμβο μεταξύ Αγίων Σαράντα και Τεπελενίου.
Παραπάνω δώσαμε μία απλή περιγραφή της Δερόπολης. Θα έπρεπε ίσως να περιγράψουμε και να εξυμνήσουμε ανάμεσα στα άλλα και τις φυσικές ομορφιές της, τα γραφικά τοπία και τον πολιτισμό των κατοίκων της. Αλλά περίττευε, αφού η Δερόπολη είναι γνωστή πια σαν Νύφη της Ηπείρου.
ΤΟ ΟΝΟΜΑ «ΔΕΡΟΠΟΛΗ»
Τι σημαίνει το όνομα Δερόπολη και
ποια είναι η προέλευση του; Είναι ένα πρόβλημα, απ’την ορθή λύση του οποίου
μπορεί να φωτιστεί σχεδόν ολόκληρη η αρχαία ιστορία της Δερόπολης και του λαού
της.
Ο ιστορικός ΓΚΛΟΤΖ λέγει ότι «η μελέτη των τοπωνυμίων είναι πολύτιμο
βοήθημα για τη γνώση των ιστορικών γεγονότων, γιατί τα ονόματα των τόπων και
φυσικά και των πόλεων δείχνουν τις ιστορικές εξελίξεις, τις μετακινήσεις των
λαών από χώρα σε χώρα, ή τη σταθερή κατοίκηση και διαμονή τους στον ίδιο τόπο».
Κοντολογής η μελέτη των τοπωνυμίων βοηθεί στη διαφώτιση της ιστορίας κάθε
χώρας.
Δεν είναι όμως εύκολο, να
προσδιοριστεί η προέλευση και η σημασία του ονόματος μιας πόλης. ή τοποθεσίας,
όταν δεν υπάρχουν γραπτά στοιχεία. Τα περισσότερα ονόματα των πόλεων είναι πολύ
παλαιά και οι γνώσεις μας για αυτά είναι λειψές ή και λείπουν παντελώς. Η
ιστορία δεν έχει στοιχεία, για να δώσει απαντήσεις, γιατί αυτά ανήκουν στην
προϊστορία, όπου κυριαρχεί ο μύθος και όπου τα πραγματικά γεγονότα καλύπτονται
κάτω από το φανταχτερό πέπλο της μυθολογίας.Έτσι έχουμε ένα ωραίο μύθο για την
ίδρυση της Αθήνας και έναν άλλο ωραίο μύθο για την ίδρυση της Ρώμης.
Από την άλλη μεριά τα ονόματα των
πόλεων στο πέρασμα των αιώνων έχουν αλλάξει και τούτο αποτελεί πρόσθετη
δυσκολία για την εξακρίβωση της αρχικής τους μορφής και της πρώτης σημασίας.
Τέτοιες αλλοιώσεις και αλλαγές,
που όμως βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της εξέλιξης, παρατηρούνται και στις μέρες
μας. Στην ομιλούμενη γλώσσα δεν λέμε Αργυρόκαστρο αλλά απλώς Κάστρο. Δεν λέμε
Ιωάννινα, αλλά Γιάννενα κ.ο.κ.
Έτσι και το όνομα «Δερόπολη» στο πέρασμα του χρόνου έπαθε
τη φυσιολογική του αλλαγή και αλλοίωση. Από πού παράγεται η λέξη και τι ακριβώς
σημαίνει δεν μπορούμε με ακρίβεια να προσδιορίσουμε. Από τους λόγιους
συμπατριώτες μας κανείς δεν ασχολήθηκε μέχρι τώρα με το θέμα αυτό, είτε γιατί
δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία, είτε γιατί δεν είχε στοιχεία, που θα τον
βοηθούσαν να βγάλει θετικά συμπεράσματα.
Ο αρχαιολόγος ΦΡΑΝΚΟ ΠΡΕΝΤΙ
έκανε τελευταία ανασκαφές σε αρχαίους τάφους στη Βόδριστα, Βοδίνο και Κακαβιά,
που έφεραν σε φως αξιόλογα ευρήματα, αλλά δεν έχουμε υπ’οψη μας αν γενίκευσε
τις έρευνες σ’όλη την επαρχία, και αν πέτυχε να αποκαλύψει σε πλατειά έκταση τα
μυστικά, που κρύβει το έδαφος της Δερόπολης. Έτσι οι γνώσεις μας γύρω από το
όνομα «Δερόπολη» είναι ασαφείς και συγκεχυμένες.
Μία επισταμένη όμως συζήτηση πάνω
στο ζήτημα αυτό θα ήταν χρήσιμη για την ιστορία του τόπου, γιατί θα έδινε
αφορμή για πλατύτερη έρευνα. Για τούτο ας δούμε τι έχει γραφτεί μέχρι σήμερα,
πού θα μπορούσε να μας βοηθήσει για τον παραπάνω σκοπό.
Από τον ιστοριογράφο του
Ιουστιανού (527-565) Προκόπιο, μαθαίνουμε ότι στην Ήπειρο υπήρχε μια πόλη με το
όνομα «ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ», την οποία είχε χτίσει ο Ρωμαίος αυτοκράτορας
Αδριανός (117-138). Άλλη πληροφορία αναφέρει ότι ο Αδριανός δεν έχτισε από την
αρχή νέα πόλη, αλλά αναστήλωσε από τα ερείπιά της κάποια παλαιότερη με άγνωστο
όνομα. Μαθαίνουμε επίσης ότι ύστερα από αιώνες η Αδριανούπολη καταστράφηκε από
εχθρική επιδρομή και ο Ιουστιανός την ξανάχτισε, την οχύρωσε και την ονόμασε «ΙΟΥΣΤΙΑΝΟΥΠΟΛΗ»
Αλλά και αυτή η πόλη ύστερα από
χρόνια καταστράφηκε και μαζί της χάθηκαν και τα ονόματα "Αδριανούπολις» και «Ιουστιανούπολις» και
στη θέση τους εμφανίζεται η πόλη «ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΙΣ», την οποία οι
ιστορικοί ταυτίζουν με την καταστραμμένη Αδριανούπολη.
Για την Δρυϊνούπολη το
Εγκυκλ.Λεξ. Ελευθερουδάκη γράφει τα εξής:
«ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΙΣ:
βυζαντινή πόλις της Ηπείρου εκ της οποίας κατά τον Αραβαντινό προήλθεν ο τίτλος
του Μητροπολίτου Αργυροκάστρου τιτλοφορούμενου Δρυϊνουπόλεως και Πωγωνιανής. Η
Δρυϊνούπολις είναι πιθανώς η υπό του αυτοκράτορος Αδριανού κτιθείσα Αδριανούπολις
μετονομασθείσα άγνωστον πότε.»
Επίσης, και το Εγκυκλ.Λεξικόν
«Ήλιος», ταυτίζει τη Δρυϊνούπολη με την Αδριανούπολη και προσθέτει τούτο το
σημαντικό, ότι ο πληθυσμός της μετά από την καταστροφή διασκορπίστηκε, σύμφωνα
με την παράδοση, στα 28 χωριά της περιοχής.
Αυτά για την ύπαρξη των τριών
παραπάνω πόλεων στης Δερόπολης τον κάμπο. Για τη θέση τους όμως, όπου ήταν
χτισμένες,οι ιστορικοί δεν αναφέρουν τίποτα το συγκεκριμένο. Σύμφωνα με τη
παράδοση όμως η Αδριανούπολη φαίνεται να ήταν χτισμένη στο χωριό Επισκοπή, όπου
σώζεται ένα κομμάτι από στήλη αρχαίου ναού, ή στον κάμπο του χωριού Σωφράτικα,
όπου σώζονται μερικά ερείπια παλαιού κάστρου, ενώ άλλοι την τοποθετούν κάπου
κοντά στο Λιμπόχοβο.
Άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες
σχετικές με την αρχαία πόλη της Δερόπολης είναι οι εξής:
Ο Αθ.Πετρίδης στη μελέτη του
«το Χρονικόν της Δρυοπίδος» γράφει ότι στην πολύ μακρινή αρχαιότητα κατοικούσαν
σ’ολη τη δυτική πλευρά της Ηπείρου, από την Αμβρακία και ως τα’Ακροκεραύνια, οι
Δρύοπες, φύλο Ηπειρωτικό, όπως και οι Πελασγοί, και ότι η σημερινή επαρχία της
Δερόπολης ή Δρόπολης εκαλείτο την πανάρχαια εκείνη εποχή «Δρυοπίς» ή «Δρυοπία»,
απ’το όνομα «ΔΡΥΣ» παλαιάς πρωτεύουσας των Δρυόπων.
Αυτά λέει ο Πετρίδης. Άλλοι όμως
ιστορικοί υποστηρίζουν, ότι Δρυοπίς ονομαζόταν μόνο η Αμβρακία και ότι από την
περιοχή αυτή οι Δρύοπες πιεζόμενοι από την ορμητική φυλή των Δωριέων
διασκορπίστηκαν στα άλλα σημεία της νότιας Ελλάδας και στα νησιά του Αιγαίου.
Ωστόσο, οι περισσότεροι συμφωνούν, ότι όχι μόνο η Αμβρακία αλλά και άλλα μέρη
της Ηπείρου ήταν εστίες Δρυόπων και ότι με την κάθοδο των Δωριέων δεν έφυγαν
όλοι στο νότο, αλλά πολλοί από αυτούς για να γλιτώσουν κρύφτηκαν ώσπου να
περνούσε η μπόρα, στα πυκνά δάση και ύστερα από χρόνια ανακατώθηκαν και
συγχωνεύτηκαν σιγά σιγά με τους νέους κατοίκους και αποτέλεσαν ένα λαό με μια
γλώσσα, την ελληνική. Δωρική διάλεκτο βορειοδυτικού τμήματος.
Την ίδια τύχη με τους Δρύοπες
της άλλης Ηπείρου είχαν και οι Δρύοπες της Δερόπολης. Συγχωνεύτηκαν κι αυτοί με
τους Δωριείς και από τότε δεν γίνεται πια κανένας λόγος, ούτε γι’αυτούς, ούτε
για την πρωτεύουσά τους την πόλη «ΔΡΥ» ή «ΔΡΥΟΠΟΛΗ, της οποίας η θέση, όπου
ήταν χτισμένη, παραμένει άγνωστη.
Η ιστορία για τους Δρύοπες και
για την πόλη τους τη «ΔΡΥ», όπως την διηγηθήκαμε ανήκει κατά το μεγαλύτερο
μέρος της στη μυθολογία, γιατί οι Δρύοπες έζησαν στους προϊστορικούς χρόνους,
σε μια εποχή δηλαδή για την οποία δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες, αλλά σχηματίζουμε
μια ιδέα για αυτούς από πληροφορίες, που έχουμε απ’την παράδοση καθώς και από
λέξεις και ονόματα πόλεων και τόπων, όπως και από αρχαιολογικά ευρήματα.
Ανακεφαλαιώνοντας τα όσα είπαμε
μέχρις εδώ, μαθαίνουμε 1) ότι ο Αδριανός, όπως λένε, έχτισε σε κάποια
ανεξακρίβωτο σημείο της Δερόπολης μια πόλη που την ονόμασε «ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΗ» 2)
ότι ο Αδριανός, όπως λένε άλλοι, δεν έχτισε από την αρχή νέα πόλη, αλλά
αναστήλωσε απ’τα ερείπια παλαιότερη με άγνωστο όνομα. 3) ότι η πόλη του
Αδριανού έπαθε μια σειρά από καταστροφές και κάθε φορά που ανοικοδομόταν
έπαιρνε και διαφορετικό όνομα: «ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ», «ΙΟΥΣΤΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ»,
«ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΙΣ».4)ότι υπήρχε και μια άλλη πόλη σε άγνωστη τοποθεσία και
αρχαιότερη από όλες η πόλη «ΔΡΥΣ» ή «ΔΡΥΟΠΟΛΙΣ», για την οποία λένε ότι ήταν
πρωτεύουσα των Δρυόπων.
Και τώρα, με βάση τις γνώσεις αυτές
γύρω απ’την αρχαία πόλη της Δερόπολης με τα διαφορετικά της ονόματα, θα
εξετάσουμε να δούμε αν υπάρχει σχέση ανάμεσα στο σημερινό της όνομα με τα
ονόματα των παραπάνω παλαιότερων πόλεων.
Δύο είναι οι ερμηνείες, που
δίνονται στη προέλευση του ονόματος «ΔΕΡΟΠΟΛΗ». Η μία λέει ότι τούτο είναι
παραφθορά του ονόματος «ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ» και η άλλη ότι είναι παραφθορά του
ονόματος «ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΙΣ».
Στις δύο αυτές ερμηνείες
προσθέτουμε και εμείς μια Τρίτη. Ότι το όνομα δηλαδή «ΔΕΡΟΠΟΛΗ» προέρχεται
πιθανόν από το όνομα «ΔΡΥΟΠΟΛΙΣ»-πολις της Δρυός-, παρά από τα δύο άλλα
ονόματα. Αλλά ας εξετάσουμε αναλύτικότερα το θέμα.
Κάνοντας τη σύγκριση του ονόματος
ΔΕΡΟΠΟΛΗ με το ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΣ βλέπουμε ανάμεσα τους μεγάλες διαφορές.Εξόν από το
τελευταίο μέρος της λέξης (-πολις) σε κανένα άλλο σημείο δεν μοιάζουν. Ενώ, αν
κάνουμε τη σύγκριση με τη λέξη ΔΡΥΪΝΟΥΠΟΛΙΣ βλέπουμε κάποια μεγαλύτερη
ομοιότητα. Κι αν η σύγκριση γίνει με τη λέξη ΔΡΥΟΠΟΛΙΣ, παρατηρούμε ακόμη
μεγαλύτερη. Η φωνητική εξέλιξη γίνεται ομαλότατα.
«ΔΡΥΣ-ΔΡΥΟΠΟΛΙΣ-ΔΡΟΠΟΛΗ-ΔΕΡΟΠΟΛΗ», τα γράμματα διατηρούνται όλα πλην από το
(-υ) και η ομοιότητα των δυο λέξεων είναι ολοφάνερη.
Ο Ψαλίδας στα 1817 στ βιβλίο του «Η
Τουρκία εις τας αρχάς του ΙΘ’ αιώνος» σελ.62, τη Δερόπολη την ονομάζει
«Δρυούπολη». Συγκεκριμένα στην περιγραφή, που κάνει για το Αργυρόκαστρο,
αναφέρει τα εξής:
Δρυούπολις λοιπόν λεγόταν στην
εποχή του Ψαλίδα η σημερινή Δερόπολη και Δρυς, ή Δρυόπολις, στην εποχή των
Δρυόπων και Πελασγών.
Η δρυς (βελανιδιά) ήταν το ιερό
δέντρο των Δρυόπων. Από αυτή τη λέξη ονομάστηκε η πόλη ΔΡΥΣ και από αυτή
προέρχεται και το όνομα Δρύοπες και μια σειρά άλλες λέξεις, όπως Δρυϊνούπολις,
Δρυοπία, Δρύνος, Δρυάνος, δρυάδες, δρυϊνός, δρένιος, δέντρο κλπ. Λέξεις και
ονόματα δηλαδή που υπάρχουν και χρησιμοποιούνται στη Δερόπολη.
Και αν λάβουμε υπόψη , ότι τα παλιά
χρόνια η Δερόπολη ήταν κατάφυτη από πανύψηλες βελανιδιές, αφού κι ακόμα σήμερα
υπάρχουν τέτοιες σε πολλά σημεία του κάμπου, ευσταθεί η υπόθεση ότι η
αναζητούμενη πόλη «ΔΡΥΣ» ήταν αυτή πάνω στα ερείπια της οποίας ο Αδριανός
έχτισε την Αδριανούπολη.
Κι αν λάβουμε υπόψη και την παράδοση,
σύμφωνα με την οποία οι κάτοικοι μετά την καταστροφή σκορπίστηκαν στους γύρω συνοικισμούς της
περιοχής διατηρώντας και το όνομα της καταγωγής τους, δυναμώνει περισσότερο η
άποψη ότι τα σημερινά ονόματα ¨Δερόπολη» και ¨Δεροπολίτες» είναι τα αρχαία
«Δρυόπολις» και «Δρυοπολίται».
Στη μέση της Δερόπολης και στην ανατολική πλευρά του βουνού Κόζιακα, που είναι μία από τις πολλές κορυφές της οροσειράς του Πλατοβουνίου, είναι χτισμένο το Βουλιαράτι, το μεγάλο χωριό με τα ωραία σπίτια, τον πολιτισμένο κόσμο και τους πολλούς δασκάλους και λογίους. Το φυσικό του περίγυρο είναι πολύ γραφικό. Ανάμεσα από δύο λάκκους(χειμάρρους), που κατεβαίνουν από τον Κόζιακα, το λάκκο της Κάναλης και το λάκκο της Μπιστερής, απλώνεται μια τοποθεσία σε σχήμα καρδιάς. Σ’αυτή την τοποθεσία είναι χτισμένο το χωριό, πνιγμένο μέσα στο πράσινο από ήμερα και άγρια δέντρα,συκιές,καρυδιές,κουμπουλιές,κουτσουπιές και πουρνάρια.
Απ’την βορεινή πλευρά του χωριού και πέρα από το λάκκο κατεβαίνει μία ράχη του Μαριανού, που κόβει τη θέα της μακριάς λωρίδας του κάμπου της Δερόπολης. Η ράχη αυτή λέγεται Προσήλιο και ήταν τα παλιά χρόνια κατάφυτη από ντούσκα,ασφάκες και φτέρες, όπου ξεχειμώνιαζαν τα γεννημένα γίδια του χωριού με τα κατσίκια τους. Ατυχώς σήμερα το Προσήλιο είναι γυμνό από δέντρα και μόνο στην κορυφή του, όπου είναι το παρεκκλήσι του Άη Θανάση, έχει λίγα δέντρα, που έχουν φυλαχτεί σαν βακούφικα.
Το εκκλησάκι Άη Θανάσης, που μοιάζει ανάμεσα από πέτρες και χαλάσματα σαν να ξεφυτρώνει από τη γη, είναι το μοναδικό λείψανο του χαλασμένου μοναστηριού, που έχει καταστραφεί εδώ και εκατοντάδες χρόνια από άγνωστη αιτία. Όμως αυτό το φτωχό και ερημικό εκκλησάκι ξυπνάει στην ψυχή κάθε Βουλιαρατινού χιλιάδες αναμνήσεις. Και στο άκουσμα ακόμη του ονόματος «Άη Θανάσης» αισθανόμαστε ρίγη από συγκίνηση. Κάθε χρόνο το Πάσχα κι ανήμερα της Ζωοδόχου Πηγής γινόταν εκεί ψηλά μεγάλο πανηγύρι, απ’το οποίο όλοι οι χωριανοί κι αυτοί ακόμη οι ξενιτεμένοι φρόντιζαν να μη λείψουν. Έρχονταν απ’τα μακρινά ξένα, για να βαφτιστούν στο μυρωμένο αγέρι του Κόζιακα και του Μαριανού και ν’ακούσουν, στροβιλίζοντας στο ρυθμό του χορού, τη φωνή των προγόνων τους μέσα απ’τα βιολιά και τα λαούτα και τα γλυκά τραγούδια των συγχωριανών τους.
Η θέα της περιοχής από τον Άη Θανάση είναι μαγευτική. Αγναντεύει κανείς από εκεί όλη την κοιλάδα του Δρύνου με τις σειρές των χωριών,τον καταπράσινο απ’τα σπαρτά κάμπο και τον ονομαστό Δρύνο, που την διασχίζει απ’την μια άκρη ως την άλλη. Από τη μια μεριά του βουνού κι απάνω σε μια κορυφογραμμή προβάλλει πανοραματικό και επιβλητικό το μοναστήρι «Δρυάνος» εις μνήμην της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Το μοναστήρι τώρα είναι νεκρό. Σαν τελευταίους ηγούμενους θυμούμαστε τον παπά Σπύρο και τον παπά Γιάννη Ζάρο τον Βουλιαρατινό. Στην εποχή τους το Μοναστήρι έσφιζε από ζωή και κίνηση. Ήταν το πλουσιότερο Μοναστήρι της περιοχής με πολλά χωράφια και βοσκοτόπια, με κοπάδια από πρόβατα,γίδια,αγελάδια και άλογα. Το προσωπικό για τις δουλειές ήταν πολυάριθμο. Ήταν πολλοί τσομπάνηδες, ζευγίτες και δούλοι και τα μονοπάτια μαύριζαν από τους καλόγηρους, που ανεβοκατέβαιναν καβάλα στα δυνατά μουλάρια με τα βαριά κυπριά. Οι προσκυνητές δεν έλειπαν απ’τα γύρω χωριά, μολονότι πολλές φορές κινδύνευαν απ’τα μαντρόσκυλα, που οι απρόσεκτοι τσομπάνηδες άφηναν από αμέλεια λυτά.
Σε μια τέτοια δύσκολη περίσταση βρέθηκε μια φορά ο Βουλιαρατινός δάσκαλος και ποιητής Μιχάλης Μπότης,ή Παπαδόπουλος, και του τα έψαλλε του ηγούμενου παπά Σπύρου με το παρακάτω σατιρικό εξάστιχο:
«Παπά Σπύρο,παπά Σπύρο,
Ρόβι μ’έκανες να σπείρω
Από κάτω στο μπογάζι
Κι οι ποιμένες κάνουν χάζι
Έλα δέσε τα σκυλιά σου,
Να μην εύρεις τον μπελιά σου»
Αριστερότερα του Δρυάνου και σε μεγάλο ύψος προβάλλουν οι βουνοκορφές του Μαριανού, της Γλογκιάς και του Κόζιακα. Διακρίνονται τα Φτελιάδια, η Γράβα, το Σέλωμα, το Κουριώτικο με το πυκνό δάσος του και άλλες γραφικές τοποθεσίες. Από μια πλαγιά του Κουριώτικου πηγάζει η Κάναλη, η ονομαστή βρύση του χωριού μας με το άφθονο,αστείρευτο και κρυσταλλένιο νερό. Το 1933 το νερό της Κάναλης μεταφέρθηκε μέχρι τα Ντουάνια με έξοδα του Συλλόγου Βουλιαρατινών Αμερικής και από εκεί μετά τον πόλεμο μεταφέρθηκε με προσωπική εργασία των κατοίκων ως μέσα στο χωριό.Ανατολικά του χωριού είναι το λιβάδι και τα λεγόμενα Ριζά, οι Φτέρες και του Σκαριώτη, που τα παλαιότερα χρόνια ήταν κατάφυτα από καρποφόρα δέντρα κι αμπέλια, που καταστράφηκαν από φυλλοξήρα το 1910. Χίλιες χαρές και χίλια καλά έδιναν τ’αμπέλια και χίλιες ομορφιές σκόρπιζε η φύση με τα δάση της, που κατέβαιναν ως το χωριό. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν επικίνδυνοι και καταστρεπτικοί χείμαρροι, αλλά δροσερές βρυσούλες, που βαστούσαν το νερό ως αργά το καλοκαίρι, όπως η Συκοπούλα, το Βύθισμα και οι βρύσες του Άη Βασίλη στα ριζά του λιβαδιού.
Το χωριό απέχει απ’το Αργυρόκαστρο περί τα 25 χιλιόμετρα και συνδέεται μαζί του με αυτοκινητόδρομο. Καθημερινώς εκτελούνται δρομολόγια για τις ανάγκες των κατοίκων και τη μεταφορά των γεωργικών προϊόντων. Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Επειδή όμως η εδαφική έκταση του χωριού είναι περιορισμένη,είναι και η παραγωγή μικρή. Οι κάτοικοι που υπερβαίνουν σήμερα τους 1000 (το έτος 1975) αναγκάζονται απ’τη στενότητα του χώρου να διαρρέουν εις τα μεγάλα κέντρα. Αλλά ανέκαθεν το Βουλιαράτι δεν στήριζε τη ζωή του πληθυσμού του στην γεωργία και κτηνοτροφία, όπως τα γειτονικά χωριά Ζερβάτι και Βόδριστα. Οι Βουλιαρατινοί ζούσαν κυρίως με τα εμβάσματα από το εξωτερικό. Πριν το 1900 και δώθε άρχισαν ταξίδια στην Αμερική και σε χώρες της Ευρώπης και Αυστραλίας,για τούτο και το Βουλιαράτι ήταν πάντα πρωτοπόρο στον πολιτισμό και την πρόοδο.
ΤΟ ΟΝΟΜΑ «ΒΟΥΛΙΑΡΑΤΙ»
Για την ερμηνεία του ονόματος «Βουλιαράτι» συναντούμε μεγάλες δυσκολίες για το λόγο ότι δεν έχουμε κανένα γραπτό βοήθημα, και ίσως να χρειάζεται ειδική γλωσσολογική έρευνα για να δώσει θετική απάντηση για τη λέξη αυτή,όπως και για άλλα τοπωνύμια της επαρχίας.
Το όνομα του χωριού σήμερα απαντάει με δύο τύπους. Στην κοινή ομιλία λέγεται Μπουλιαράτι ή Μπουλιαράτες και στη γραφή Βουλιαράτι ή Βουλιαράτες. Πριν από πολλά χρόνια οι λόγιοι του χωριού είχαν ασχοληθεί με την προέλευση και την ερμηνεία του ονομάτος και έδιναν διάφορες εξηγήσεις, χωρίς βέβαια να είναι και απόλυτα ικανοποιητικές.
Μια άποψη είναι ότι το όνομα Μπουλιαράτες προέρχεται από τη λέξη πώλος-πουλάρι, που σημαίνει νέος και έχουμε λοιπόν Πουλαράτες,ήταν σαν να λέγαμε νιοχώρι. Η εξήγηση αυτή δόθηκε γιατί σε μερικές επιγραφές και αφιερώματα το χωριό γράφεται Π ο υ λ α ρ ά τ ε ς.
Άλλοι γέροντες χωριανοί, όπως ο Ζωγράφος, λέγανε ότι το όνομα Μπουλιαράτες προέρχεται από τη λέξη Πολυρρύακες, από τους πολλούς ρύακες που είχε τα παλιά χρόνια το χωριό.
Μια τρίτη εξήγηση είναι τούτη: Στον κάμπο του χωριού φυτρώνει ένα φυτό, που το λένε βούλιαρη. Ίσως λοιπόν το όνομα Μπουλιαράτες να προέρχεται από το φυτό αυτό. Η συλλαβή «Μπου» αντι για «Βου» δεν πρέπει να μας μπερδεύει, γιατί παρόμοιες αλλαγές συμβαίνουν στην ομιλούμενη γλώσσα.
Μια τέταρτη άποψη, που διατύπωσε ο εκλεκτός συγχωριανός μας δάσκαλος Αχιλλέας Στ. Παπαδόπουλος, τα ονόματα των χωριών που λήγουν σε –άτες –ατα και –ατι είναι ελληνικής καταγωγής και σημαίνουν συνοικισμό, όπως και στην Κεφαλλονιά τα Μεταξάτα και τα Ζερβάτα σημαίνουν το συνοικισμό, ή τα κτήματα του Μεταξά και του Ζέρβα. Σύμφωνα με αυτή την άποψη κάποιος γενάρχης με το όνομα Μπουλαράς κατοικούσε στην περιοχή του χωριού,όπου έβοσκε τα μπουλάρια του (μουλάρια) και απ’αυτόν όλη η πατριά και ο συνοικισμός ονομάστηκε Μπουλαράτι ή Μπουλαράτες. Ως προς τη παχειά συλλλαβή –λια αντι –λα λέγει ότι τούτο οφείλεται στην παραφθορά της λέξης και έχουμε έτσι Μπουλιαράτες.
Η παραπάνω άποψη δεν είναι χωρίς βάση αν λάβουμε υπόψη μας τον τρόπο με τον οποίο σχηματίστηκαν τα χωριά.
Τα χωριά δεν ξεφύτρωσαν διαμιάς, αλλά σχηματίστηκαν σιγά-σιγά στο πέρασμα των αιώνων. Στην αρχή ήταν ένα σπίτι, μια οικογένεια, ή δύο τρεις οικογένειες εγκατεστημένες σκόρπια στα κτήματα ενός μεγάλου γαιοκτήμονα σαν καλλιεργητές.
Οι οικογένειες στην αρχή ζούσαν πατριαρχικά με όλα τα μέλη μαζί. Στο πέρασμα των χρόνων όμως πλήθαιναν και αναγκαστικά διασπάστηκαν και αποτέλεσαν περισσότερες οικογένειες, που εγκαταστάθηκαν σε νέες κατοικίες, τις οποίες έχτισαν γύρω στην πατριαρχική.
Έτσι σχηματίστηκε ο πρώτος συνοικισμός που εξελίχτηκε σε χωριό. Το όνομα του συνοικισμού αντιπροσώπευε ή το όνομα του τσιφλικά, που είχε παραχωρήσει το έδαφος για την εγκατάσταση, ή το όνομα του πρώτου οικιστού και γενάρχη της φάρας.
Αυτές είναι οι ερμηνείες που δόθηκαν κατά καιρούς απ’τους λόγιους του χωριού μας για το όνομα Μπουλιαράτι.
ΟΙ ΤΟΠΩΝΥΜΙΕΣ ΤΗΣ
ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΥΛΙΑΡΑΤΙΟΥ
Οι τοπωνυμίες έχουν εξαιρετική
σημασία για την ιστορία του τόπου. Θεωρούνται κι αυτές πηγές ιστορίας. Από τη
μελέτη τους μπορούν να βγουν συμπεράσματα για τη ζωή του λαού, που πέρασε και
κατοίκησε στον τόπο, για την νοοτροπία και τον πολιτισμό του, για το είδος της
εργασίας του κι ακόμη για τη μορφή του φυσικού περίγυρου και τις αλλαγές, που
έγιναν σ’αυτό στο πέρασμα των αιώνων. Από τα’όνομα μιας τοποθεσίας μαθαίνει
κανείς αν υπήρχε στην παλιά εποχή χωριό, ή πόλη, που εξαφανίστηκε, εάν έγινε σε
κάποιο μέρος κάποιο γεγονός, εάν υπήρχαν δάση και νερά τρεχούμενα, ή πηγάδια,
που σήμερα δεν υπάρχουν. Κοντολογής οι ονομασίες των τόπων έχουν κάποια
ιστορική, κοινωνική ή φυσική αιτία και δεν είναι απλά εφευρήματα της φαντασίας
του ανθρώπου.
Θ’αναφέρουμε όλες τις τοπωνυμίες της
περιοχής Βουλιαρατίου, αλλά δεν θα κάνουμε συγκριτική μελέτη και έρευνα πάνω
σ’αυτές. Θα σημειώσουμε μόνο προκαταβολικά μία παρατήρηση, ότι δηλαδή οι
περισσότερες τοπωνυμίες είναι ελληνικές και οι λιγότερες είναι ξενικές. Ξενικές
είναι κυρίως οι ονομασίες των βουνών, ενώ αντίθετα οι ονομασίες των
χωραφιών είναι το μεγαλύτερο ποσοστό
ελληνικές.
Και μια άλλη ακόμη παρατήρηση. Το
λεξιλόγιο των τσομπαναραίων και της στάνης είναι το μεγαλύτερο μέρος του
ξενικό, σε αντίθεση με το λεξιλόγιο των γεωργών που είναι ελληνικό. Αυτό μας
κάνει να συμπεράνουμε ότι ο ντόπιος πληθυσμός ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία,
τη δε κτηνοτροφία, λόγω της τραχύτητας και των δυσκολιών του επαγγέλματος, την
έχουν αναθέσει σε σκληραγωγημένους ανθρώπους ξενικής καταγωγής, οι οποίοι
μετάδωσαν και το λεξιλόγιο της γλώσσας τους στα σκεύη και αντικείμενα, που
χρησιμοποιούσαν στη ζωή της στάνης καθώς και τα ονόματα στα γιδοπρόβατα και σε
πολλές γύρω τοποθεσίες, όπου τα έβοσκαν.
Τις τοπωνυμίες της περιοχής
Βουλιαρατίου, που θα αναφέρουμε τις χωρίσαμε σε τρία μέρη: 1) Στις τοπωνυμίες
μέσα στο χωριό, 2) στις τοπωνυμίες της ορεινής περιοχής και 3) στις τοπωνυμίες
της πεδινής περιοχής.
Α’.ΤΟΠΩΝΥΜΙΕΣ
ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
1)Τα Π
ο υ ρ ν ά ρ ι α τ η ς Ε κ κ λ η σ ί α ς. Τοποθεσία έξω από τον αυλόγυρο της εκκλησίας
και ακριβώς στην είσοδο του χωριού.
2)Το Μ
ε σ ο χ ώ ρ ι. Η κεντρική
πλατεία. Εξωραϊστηκε για πρώτη φορά το 1910 από τον επίτροπο της εκκλησίας
Χαράλαμπο Βράνο, οπότε φυτεύτηκαν τα πλατάνια και το 1918 από τον ιταλικό
στρατό κατοχής στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Από το μεσοχώρι ξεκινούν πολλοί
δρόμοι που οδηγούν στους μαχαλάδες. Κάθε μαχαλάς (συνοικία) παίρνει το όνομα
από την επικρατέστερη οικογένεια και έχουμε έτσι τα Τζουμπάτικα, τα Μαστακάτικα,
τα Καλυβάτικα, Νταλιανάτικα, Μποτσολάτικα, Κομματάτικα, Παπαγιαννάτικα,
Γκαζικάτικα, Ζαράτικα, Κουρεμενάτικα κλπ.
3) Το Α
μ ε λ ι κ ό. Ο ξενώνας του χωριού, στην ακρινή πλευρά της κεντρικής
πλατείας, όπου και το καφενείο.
4) Η Π λ
α τ ε ί α τ ο υ Τ σ έ τ σ ο υ. Πλατεία όπου γίνονταν
οι δημόσιοι χοροί
5) Η Π
λ α τ ε ί α τ ο υ Α γ ι ο κ ο σ μ ά. Όπου ήταν και το
Κόνισμα. Εκεί τώρα έχει χτιστεί το νέο σχολείο. Στην ίδια θέση ήταν και το
πρώτο παλιό σχολείο, με ένα μεγάλο πλάτανο στη μέση.
6) Το Μ
α γ α ζ ί τ η ς Ε κ κ λ η σ ί α ς. Κτίριο που χρησίμευε για αποθήκη των
εκκλησιαστικών εισοδημάτων.
7) Το Δ
έ κ α τ ο. Κτίριο αποθήκης του φόρου δεκάτης των γεωργικών εισοδημάτων
8)
Τα Α λ ώ ν ι α τ ο υ
χ ω ρ ι ο ύ.Έτσι λέγονται όλες οι γύρω από το χωριό
περιφραγμένες με λιθόχτιστους τοίχους μικρές εκτάσεις, που ανήκουν σε κάθε
οικογένεια και όπου μέσα έχουν πλακόστρωτα αλώνια για το αλώνισμα της πρωιμιάς.
9) Η Κ ο ύ λ α. Τοποθεσία νότια του χωριού,
όπου βρισκόταν το σεράι και οι αποθήκες των μπέηδων και αγάδων, φρικτή ανάμνηση
της τουρκικής σκλαβιάς. Στη θέση της ανεγέρθηκε μεταπολεμικά από τους κατοίκους
μεγαλόπρεπο κτίριο, που αρχικά χρησιμοποιήθηκε σαν σχολείο και ύστερα από την
ανέγερση του νέου σχολείου στην πλατεία του Αγιοκοσμά χρησιμοποιείται για άλλες
κοινοτικές ανάγκες. Το νέο σχολείο ανεγέρθηκε πάνω στα θεμέλια και με βάση το
ίδιο σχέδιο που είχε αρχίσει να χτίζει για σχολείο στις παραμονές του πολέμου ο
ονομαστός αρχιτέκτονας και καλός συγχωριανός μας Βας.Κουρεμένος.
10)Τα Μ α ν τ ρ ι ά. Τοποθεσία στα ριζά της
ράχης του Προσήλιου, όπου το χειμώνα οι τσομπάνηδες μαντρώνουν τα πρόβατα.
11) Γ κ
ο ρ τ σ ι ά τ ο υ Α γ ό ρ α.
Τοποθεσία κοντά στο Ριζοπρόσηλο.
12)Η Π λ
α κ ω τ ή. Τοποθεσία μεταξύ Βουλιαρατίου και Βόδριστας. Σώζονταν πλάκες
από στέγες σπιτιών και θεμέλια τοιχών ως τις μέρες μας. Λένε ότι εκεί ήταν
παλιότερα χτισμένο το χωριό.Β. ΤΟΠΩΝΥΜΙΕΣ ΤΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ
Κ ό ζ ι α κ α ς (η ψηλότερη κορυφή του βουνού του
χωριού. Λέξη σλάβικη, που σημαίνει γιδότοπος)
Μ α ρ ι α ν ό ς (Άλλη ψηλή κορυφή συνεχόμενη με τον
Κόζιακα)
Π ρ ο σ ή λ ι ο τ’Α η Θ α ν ά σ η (Προέκταση ράχης του Μαριανού, που
καταλήγει στο Ριζοπρόσηλο. Στην κορυφή του προσήλιου είναι χτισμένο το
εκκλησάκι τ’Αη Θανάση, ανάμεσα απ’τα ερείπια παλιού μοναστηριού)
Β α μ π ά κ ι ( Λόφος δυτικά του χωριού)
Σ ι ο ύ μ π ο ι ( Πλαγιά του Κόζιακα νοτιοδυτικά του
χωριού. Χωρίζεται απ’το χωριό και το Βαμπάκι με το λάκκο της Μπιστερής.
Κ ε ρ α σ ι ά (τοποθεσία νοτιοδυτικά απ’τους Σιούμπους)
Γ κ α β ό λ α κ κ ο ς ή Μπουφόλακκος (ρεματιά βαθιά,
λάκκος που χωρίζει τους Σιούμπους από την Κερασιά.
Κ α ζ ά ν ι α ( μικρό οροπέδιο στην κορυφή του
Κόζιακα)
Γ ρ ά β α (Τοποθεσία με πολλά γράβα,
σφεδάμνους)
Χ ά λ α σ μ α ( Τοποθεσία στις πλαγιές του Κόζιακα.Απ’εκεί
ξεκινάει ο λάκκος της Μπιστερής)
Β ύ θ ι σ μ α (Τοποθεσία της περιοχής της Κάναλης)
Κ ά ν α λ η (Η περίφημη πηγή με τα κρυστάλλινα
και κρύα νερά, ανάμεσα Κόζιακα και Μαριανού. Το νερό της Κάναλης μεταφέρθηκε το
1933 μέχρι τα Ντουάνια και απ’έκει μεταπολεμικά ως μέσα στο χωριό)
Μ ο υ ρ σ ι ά ( Τοποθεσία του βουνού)
Σ έ λ ω μ α ( Ράχη του Κόζιακα, όπου και στάλλος
για τα πρόβατα.)
Ψ ά ρ ι (τοποθεσία πάνω από την Κάναλη)
Α σ φ α κ α ρ ι ά-Γκορτσιά της Σάββαινας-Γκορτσιά
της Σπύραινας-Γούβα
Κ α θ ί σ τ ρ ε ς( τοποθεσία ανάμεσα στα Μηνάτικα και
τα Ντουάνια. Έχει κάτι μεγάλες πέτρες σαν καθίσματα. Εκεί κάθονταν και
ξαπόσταιναν οι γυναίκες, που κουβαλούσαν ζαλωμένες ξύλα από τον Κόζιακα.)
Μ η ν ά τ ι κα (χωράφια στ’Ανήλιο της Κάναλης)
Τ ο Μ π ο σ τ ά ν ι τ ο υ Τ ά σ η Κ α
ρ ρ ά
Ν τ ο υ ά ν ι α ( χωράφια όπου φύτευαν καπνό)
Χωραφαμιά-Βούζιο-Συκοπούλα-Μετόχι-
Λάζαρη-Γλογγιά
Π α ν ο π ή γ α δ ο( Βρύση στ Ανήλιο του Μαριανού με
κρύα νερά σαν της Κάναλης. Ανήκει στο Μοναστήρι Δρυάνου)
Λ ε ύ κ α (παλιά βρύση απέναντι απ’το
Δρυάνο.Τώρα έχει στερέψει)
Δ ρ υ ά ν ο ς ( Παλιό ξακουστό και πλούσιο
μοναστήρι)
Μ π ο γ ά ζ ι (βαθιά ρεματιά του Δρυάνου. Χωρίζει το Βουλιαράτι από το
Ζερβάτι)
Περιστερότρυπα
Π λ α κ ο κ α λ ύ β α (οροπέδιο του Δρυάνου)
Μπουλαρολίβαδο-Μεγαλοχώραφο-Στρούγγα-Σιδερά-Φορτόπι-Λούτσα-Σκάλα
Β' ΤΟΠΩΝΥΜΙΕΣ ΤΗΣ ΠΕΔΙΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ
Η πεδινή περιοχή του χωριού αποτελείται από το λιβάδι, απο τ'αμπέλια και τον κάμπο. Ο κάμπος χωρίζεται στον Απάνω Κάμπο, που ποτίζεται με το απάνω αυλάκι και στον Κάτω Κάμπο, που ποτίζεται με το κάτω αυλάκι. Τοπωνυμίες του λιβαδιού είναι: ο Άη Βασίλης, το Κόνισμα του Μπάκου, ο Άη Λιας, Βρωμιάς(τοποθεσία βαλτώδης), Μαγούλα, του Γκρότη-Ριζοπρόσηλο, Αμπέλια του Σκαργιώτη(βόρεια του λιβαδιού), Βρυσερά(τοποθεσία ανάμεσα στις Φτέρες και στο λιβάδι), Γιούσκοι(τοποθεσία κάτω από τις Φτέρες), Μάρμαρα (τοποθεσία κοντά στις Φτέρες).
Στο λιβάδι είναι πολλά πηγάδια.Αυτά είναι τα εξής: Το πηγάδι του Κώστα, το πηγάδι της Βέμως(λέγεται της Βέμως διότι πνίγηκε κάποια χωριανή Βέμω), το πηγάδι της Τσιαμάτως (έγινε με έξοδα της Τσιαμάτως), το πηγάδι του Βρωμιά, το Κατωπήγαδο και το πηγάδι του Κουτσουμπά.
Οι τοπωνυμίες του Κάμπου είναι οι εξής: Η Δέση (φράγμα του Δρύνου για να γυρίσουν τα νερά προς τον κάμπο για πότισμα), Μάνες (το πρώτο μεγάλο αυλάκι, απ'όπου διακλαδίζεται το νερό σε μικρότερα αυλάκια), Καμάρα (νερόμυλος).
Ονόματα χωραφιών του Απάνω Κάμπου: Καραπηγάδια, Μεσιά, Βουζιά, Γκρόπες, Δωδεκάρια, Μεγαλοχώραφα, Καλογριές, Σίτσες, Λετροπόδια, Λιβαδάκια, Κάναλες, Ερυκιές, Ζερβάτικα, Πυροστιές, Κούφαλα, Αμμουδιές, Κοτζιάδες, Γιάννικας, Κοφινάδες, Μαλέκες, Τσέκες, Σιαμπλιά, Πουρνάρια, Ράχες, Λουριά, Μνήματα, Βατσουνιές, Μπογαρό, Στραβοκαρυές, Γιάννη Μέξηδες (ο Γιάννης Μέξης έχτισε και το Κατωπήγαδο).
Ονόματα των χωραφιών του Κάτω Κάμπου: Εννιάρια, Παλιούρηδες, Κρεβάτια, Μανώληδες, Αηθανασήτικα, Οζυμιές, Τζουνάρια ή Ζωνάρια, Άρριζες, Κακλαμάνηδες, Πάντο-Τσιάκος, Καλαρυφυτιές, Ρέρες, Χωνεύτρες, Χώματα, Χαμπούρια, Μπουκουμάδια.
Β' ΤΟΠΩΝΥΜΙΕΣ ΤΗΣ ΠΕΔΙΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ
Η πεδινή περιοχή του χωριού αποτελείται από το λιβάδι, απο τ'αμπέλια και τον κάμπο. Ο κάμπος χωρίζεται στον Απάνω Κάμπο, που ποτίζεται με το απάνω αυλάκι και στον Κάτω Κάμπο, που ποτίζεται με το κάτω αυλάκι. Τοπωνυμίες του λιβαδιού είναι: ο Άη Βασίλης, το Κόνισμα του Μπάκου, ο Άη Λιας, Βρωμιάς(τοποθεσία βαλτώδης), Μαγούλα, του Γκρότη-Ριζοπρόσηλο, Αμπέλια του Σκαργιώτη(βόρεια του λιβαδιού), Βρυσερά(τοποθεσία ανάμεσα στις Φτέρες και στο λιβάδι), Γιούσκοι(τοποθεσία κάτω από τις Φτέρες), Μάρμαρα (τοποθεσία κοντά στις Φτέρες).
Στο λιβάδι είναι πολλά πηγάδια.Αυτά είναι τα εξής: Το πηγάδι του Κώστα, το πηγάδι της Βέμως(λέγεται της Βέμως διότι πνίγηκε κάποια χωριανή Βέμω), το πηγάδι της Τσιαμάτως (έγινε με έξοδα της Τσιαμάτως), το πηγάδι του Βρωμιά, το Κατωπήγαδο και το πηγάδι του Κουτσουμπά.
Οι τοπωνυμίες του Κάμπου είναι οι εξής: Η Δέση (φράγμα του Δρύνου για να γυρίσουν τα νερά προς τον κάμπο για πότισμα), Μάνες (το πρώτο μεγάλο αυλάκι, απ'όπου διακλαδίζεται το νερό σε μικρότερα αυλάκια), Καμάρα (νερόμυλος).
Ονόματα χωραφιών του Απάνω Κάμπου: Καραπηγάδια, Μεσιά, Βουζιά, Γκρόπες, Δωδεκάρια, Μεγαλοχώραφα, Καλογριές, Σίτσες, Λετροπόδια, Λιβαδάκια, Κάναλες, Ερυκιές, Ζερβάτικα, Πυροστιές, Κούφαλα, Αμμουδιές, Κοτζιάδες, Γιάννικας, Κοφινάδες, Μαλέκες, Τσέκες, Σιαμπλιά, Πουρνάρια, Ράχες, Λουριά, Μνήματα, Βατσουνιές, Μπογαρό, Στραβοκαρυές, Γιάννη Μέξηδες (ο Γιάννης Μέξης έχτισε και το Κατωπήγαδο).
Ονόματα των χωραφιών του Κάτω Κάμπου: Εννιάρια, Παλιούρηδες, Κρεβάτια, Μανώληδες, Αηθανασήτικα, Οζυμιές, Τζουνάρια ή Ζωνάρια, Άρριζες, Κακλαμάνηδες, Πάντο-Τσιάκος, Καλαρυφυτιές, Ρέρες, Χωνεύτρες, Χώματα, Χαμπούρια, Μπουκουμάδια.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΕΡΟΠΟΛΗΣ
Α' ΜΥΘΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
1.ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ
Είναι φυσικό το ενδιαφέρον που δείχνει ο άνθρωπος στο να θέλει να μάθει την καταγωγή του και τις ρίζες της Ιστορίας των προγόνων του και της φυλής του. Η λαϊκή έκφραση, ότι ο άνθρωπος θέλει να ξέρει από πού κρατάει η σκούφια του, είναι πολύ παραστατική και φιλοσοφημένη.
Το ενδιαφέρον των ανθρώπων να θέλουν να ξέρουν την Ιστορική πορεία της φυλής τους από την πρωτόγονη κατάσταση και ως τη σημερινή εποχή δεν είναι απλή περιέργεια. Είναι βιολογική ανάγκη. Οι λαοί που δεν ξέρουν την ιστορία τους, ή που δε διδάσκονται απ'αυτή, είναι υποχρεωμένοι να την ξαναζήσουν και να υποστούν και για δεύτερη φορά τις συνέπειες που φέρνουν τα σφάλματα και η έλλειψη πείρας.
Οι γνώσεις μας για την πανάρχαια ιστορία του ανθρώπου είναι θολές και λειψές, γιατί δεν υπάρχουν γι'αυτή γραπτά μνημεία. Για την πανάρχαια ιστορία κάνει λόγο μόνο η μυθολογία. Η Ιστορική αυτή περίοδος ανήκει στους μυθικούς ή προϊστορικούς χρόνους. Ωστόσο η ιστορική επιστήμη με τη βοήθεια άλλων στοιχείων κατάφερε να επαληθέψει σε πολλά σημεία τους μύθους, να προχωρήσει σε βάθος και να φτάσει ως τις ρίζες της Ιστορίας της ανθρωπότητας. Έτσι μπόρεσε να ρίξει αρκετό φως στην καταγωγή λαών και φυλών και να ικανοποιήσει την επιθυμία του ανθρώπου να γνωρίσει την καταγωγή του και την ιστορία της φυλής του.
Η αρχή της ιστορίας της Δερόπολης είναι πανάρχαια. Δεν έχουμε βέβαια θετικές πληροφορίες για την εποχή αυτή, αλλά βγάζουμε συμπεράσματα απ'τη μελέτη της ιστορίας γειτονικών χωρών και προ πάντων απ'τα μνημεία που άφησαν οι παμπάλαιοι εκείνοι άνθρωποι στον τόπο μας.
Τέτοια είναι: 1) τα ερείπια από τείχη και φρουριά που σώζονται σε διάφορες τοποθεσίες της περιοχής 2) τα αρχαιολογικά ευρύματα(εργαλεία κτλ.) που ήρθαν στο φως από ανασκαφές αρχαίων τάφων και 3) οι πληροφορίες απ'την αρχαία παράδοση και τη μυθολογία. Όλα αυτά μαρτυρούν ότι στον τόπο τούτο κατοικούσαν άνθρωποι απ'τους αρχαίους χρόνους.
Δεν ξέρουμε πώς λέγονταν οι πρώτοι κάτοικοι της αρχαίας Δερόπολης. Απ'τη μυθολογία μαθαίνουμε ότι η Ήπειρος στην προϊστορική εποχή κατοικούνταν από διάφορες φυλές της ίδιας ομοεθνίας, που λέγονταν Πελασγοί, Δρύοπες, Ορέσται, Αργυρίνοι, Δάρδανοι, Κασσωπαίοι, Κεστρίνοι, Σελλοί κλπ. Και αργότερα στην ιστορική εποχή λέγονταν Ατιντάνες, Μολοσσοί, Χάονες, Θεσπρωτοί κ.ά.. Ο ιστορικός Θεόπομπος, ανεβάζει τις Ηπειρώτικες φυλές σε 14 και άλλοι σε περισσότερες απο 50.
Συνέβαινε δηλαδή και στην αρχαία εποχή κάτι παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει και σήμερα με τις ομάδες χωριών, που έχουν διαφορετικό όνομα και διαφορετικά ήθη και έθιμα. Τέτοιες ομάδες χωριών είναι σήμερα η Δερόπολη, η Λιούντζη, η Ζαγοριά, το Κουρβελέσι, ο Βουθρωτός, ο Βούρκος (αρχαία Χαονία), η Χειμάρρα,, το Πωγώνι, το Ζαγόρι κλπ.
Η ανομοιομορφία αυτή οφείλεται στη γεωγραφική και μορφολογική διάρθρωση του εδάφους. Το έδαφος της Ηπείρου είναι διάσπαρτο από βουνά σε μικροκοιλάδες και οι κάτοικοι κάθε περιοχής ζούσαν σχεδόν απομονωμένοι τα παλιά χρόνια λόγω έλλειψης μέσων.
Το θέμα της ιστορίας των πρώτων κατοίκων της αρχαίας Δερόπολης θα το εξετάσουμε στα πλαίσια της ιστορίας των πρώτων κατοίκων της Ηπείρου και γενικότερα του Μεσογειακού χώρου με τους οποίους σχετίζονταν. Έτσι θα μπορέσουμε να γνωρίσουμε τις ρίζες της καταγωγής των προγόνων μας και να σχηματίσουμε μια ιδέα για την ιστορία τους.
Σαν πρώτοι κάτοικοι της Ηπείρου αναφέρονται οι Πελασγοί, για τους οποίους έχουν γραφτεί πολλά απ'τους αρχαίους συγγραφείς και ποιητές και πρέπει να κάνουμε απ'αυτούς την αρχή για την εξέταση της τοπικής μας ιστορίας.
2.ΟΙ ΠΕΛΑΣΓΟΙ
Από όσα γράφουν οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς, καθώς και απ'τα πορίσματα των ερευνών των σύγχρονων ιστορικών, μαθαίνουμε ότι στη στεριά της Βαλκανικής και στα παράλια της Μεσογείου και Μικρασίας, κατοικούσαν στην πανάρχαια εποχή (γύρω στις 2000 χρόνια προ Χριστού), λαοί με διάφορα ονόματα, όπως Κάρες, Λέλεγες, Λυδοί, Φρύγες, Ετεόκρητες, Ιλλυριοί, Δρύοπες, Θεσπρωτοί, Μολοσσοί, Λαπίθες, Σελλοί κλπ. Όλοι αυτοί οι λαοί ήταν Πελασγικής καταγωγής. Ανήκαν δηλαδή στην ομοεθνία των Πελασγών που με το γενικό αυτό όνομα ονομάζονταν όλοι οι λαοί του Μεσογειακού χώρου, πριν κατέβουν ακόμα τα ελληνικά φύλα (Ίωνες, Αχαιοί, Δωριείς) και ονομαστεί Ελλάδα η χώρα, όπου εγκαταστάθηκαν. Το εθνικό αυτό όνομα των Πελασγών ανήκε κάποτε σε ένα συγκεκριμένο λαό, αλλά και στα αρχαία συγγράμματα έχει πάρει γενικό και συλλογικό νόημα, δηλωτικό των διαφόρων προελληνικών λαών. Αναφέροντας το όνομα "Πελασγοί" εννοούμε τους αρχέγονους λαούς, που ήταν απλωμένοι σ'όλον τον τότε γνωστό κόσμο, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, που αναφέρει ότι "Πελασγοί και Κάρες πρώτοι την Ευρώπην ώκησαν".
Ωστόσο υπήρχαν και ιδιαίτερες εστίες Πελασγών με τον ξέχωρο εθνικό τους χαρακτήρα σε διάφορες περιοχές. Ονομαστοί ήταν οι Πελασγοί της Αρκαδίας, του Άργους, της Θεσσαλίας, της Δωδώνης και ακόμη οι Ετρούσκοι Πελασγοί της Ιταλίας(περιοχής της Τοσκάνης). Για τους Πελασγούς έχουν διατυπωθεί διάφορες και πολλές αντιφατικές θεωρίες. Άλλοι τους θεωρού φερμένους από την Ανατολή, άλλοι της ίδιας ινδοευρωπαϊκής ράτσας με τους κατοπινούς Έλληνες και άλλοι αυτόχθονες.
Ο Ησίοδος αναφέρει πως το ισόθεο πελασγικό γένος ξεφύτρωσε στα δασωμένα βουνά από τη μαύρη γη, για να γίνει γένος των ανθρώπων. Ο μύθος πλάστηκε για να δείξει ότι οι Πελασγοί ήταν αυτόχθονες. Οι αρχαίοι πίστευαν επίσης ότι σε κάθε φυλή και σε κάθε λαό υπήρχε ένας γενάρχης από τον οποίο καταγόταν όλο το γένος και η φυλή. Έτσι ο Πελασγός ήταν γενάρχης της φυλής των Πελασγών. Ο Δρύοψ ήταν γενάρχης της φυλής των Δρυόπων, ο Ίων της φυλής των Ιώνων, ο Ατιντάν των Ατιντάνων, ο Μολοσσός των Μολοσσών. Ο πιο ονομαστός γενάρχης και βασιλιάς των Πελασγών ήταν ο γηραιός βασιλιάς των Πελασγών του Άργους, που ο Αισχύλος τον παρουσιάζει να εξουσιάζει ένα εκτεταμένο βασίλειο που από το Ταίναρο έφτανε μέχρι τη Μακεδονία και την Ήπειρο.
Αλλά και οι Πελασγοί της Δωδώνης της Ηπείρου ήταν ξακουστοί. Εκεί βρισκόταν το πανάρχαιο κι ονομαστό Μαντείο, όπου λατρευόταν ο Δίας και όπου οι Σελλοί ιερείς ξαπλωμένοι κατά γης και με τα πόδια άπλυτα, ένεκα της ασκητικής τους ζωής, προέλεγαν τα μέλλοντα. Ο ξακουστός ήρωας του Τρωικού πολέμου Αχιλλέας προσευχόμενος στο Μεγάλο Δωδωναίο Δία λέει τούτα τα φτερωτά λόγια:
"Ζευ.άνα, Δωδωναίε Πελασγικέ, τηλόθι ναίων
Δωδώνης μεδέων δυσχειμέρου, αμφί δε Σελλοί
σοι ναίου σ'υποφήται, ανιπτόποδες, χαμαιεύναι"
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Βασιλιά Δία, Δωδωναίε Πελασγικέ, που κάθεσαι μακριά
Προστάτη της Παγερής Δωδώνης, όπου τριγύρω οι προφήτες σου Σελλοί
κατοικούν, κοιμούμενοι κατάχαμα και με τα πόδια άπλυτα.
Ο Σοφοκλής αποκαλεί τη Δωδώνη "Πελασγών Έδρανον", δηλαδή κέντρο και έδρα των Πελασγών, ο δε Αριστοτέλης θεωρεί ότι το όνομα Έλληνες πρωτακούστηκε στην Ήπειρο, γιατί εκεί ,γράφει, κατοικούσαν οι Σελλοί, που τότε λέγονταν Γραίκοι και τώρα Έλληνες.
Οι Πελασγοί είχαν αναπτύξει αξιόλογο πολιτισμό στην πανάρχαια εκείνη εποχή. Ήξεραν να χτίζουν πόλεις, που περιτείχιζαν με τείχη, τα λεγόμενα πελασγικά ή κυκλώπεια, ένεκα των μεγάλων και ακατέργαστων ογκόλιθων, που χρησιμοποιούσαν. Γνώριζαν να καλλιεργούν τα δημητριακά και να παρασκευάζουν ψωμί. Οι δε Δωδωναίοι Πελασγοί, όπως οι Αρκάδες φημίζονταν γιατί είχαν ανακαλύψει τη θρεπτική αξία του καρπού της βελανιδιάς.
Η δρυς (βελανιδιά) ήταν το ιερό δέντρο των Πελασγών. Οι Δωδωναίοι Πελασγοί οι οποίοι, όπως αναφέρει η μυθολογία, κατάγονταν από τους Αρκάδες Πελασγούς, λάτρευαν το Δία κάτω από την ιερή βελανιδιά, όπως και οι αρκάδες. Από το θρόισμα των φύλλων της δρυός και από τον ήχο που έκαναν οι χάλκινοι λέβητες, που ήταν κρεμασμένοι στα κλαδιά, ερμήνευαν τη θέληση του Δία. Αυτό ήταν το ξακουστό Μαντείο της Δωδώνης.
Τι σημαίνει Πελασγός? Για την ετυμολογία του ονόματος Πελασγός διατυπώθηκαν πολλές θεωρίες από τις οποίες η επικρατέστερη είναι η εξής: το όνομα Πελασγός προέρχεται από τη λέξη πέλαγος (θάλασσα), γιατί οι πρώτοι Πελασγοί ήταν θαλασσινοί.
Οι Δωδωναίοι Πελασγοί, όπως και οι Δρύοπες, συγχωνεύτηκαν αργότερα με τους Δωριείς, οι οποίοι κατέβηκαν από βορεινές χώρες της Ευρώπης και εγκαταστάθηκαν στην αρχή στην Ήπειρο. Μετά εξαπλώθηκαν τμηματικά σε όλη τη νότια Ελλάδα και στα νησιά (Κάθοδος των Δωριέων).
Και η περιοχή της Δερόπολης την εποχή αυτή ήταν πελασγοκρατούμενη. Σημάδι είναι τα λείψανα από πελασγικά τείχη του χωριού "ΣΕΛΛΕΙΟ". Το όνομα Σελλειό λέγει ο αρχαιολόγος Μυστακίδης έχει σχέση με τους Σελλούς, τους ιερείς (υποφήτες) του Μαντείου της Δωδώνης.
Αυτή είναι η ιστορία των Πελασγών, των πρώτων γνωστών κατοίκων της Ηπείρου και της Δερόπολης, όπως μας την παρουσιάζουν η μυθολογία, τα ποιητικά δημιουργήματα των αρχαίων ποιητών και συγγραφέων και η νεότερη ιστορική επιστήμη.
3.ΟΙ ΔΡΥΟΠΕΣ
Οι Δρύοπες ήταν ηπειρώτικο φύλο. Ανήκε στην Πελασγική ομοεθνία και είχε τις ίδιες με τους Πελασγούς θρησκευτικές δοξασίες. Και για τους Δρύοπες, η δρυς ήταν το ιερό δέντρο, το τοτέμ της φυλής, που συμβόλιζε το βλαστικό πνεύμα, το οποίο έκανε να βλαστάνουν και να καρποφορούν τα φυτά. Από τη λέξη δρυς προήλθε και το όνομα Δρύοπες.
Οι Δρύοπες, όπως οι Πελασγοί, είναι πανάρχαιοι λαοί. Επέζησαν όμως και ως τα ιστορικά χρόνια. Κατά τη Μυκηναϊκή εποχή (1400-1100 π.Χ.) συναντούμε τους Δρύοπες στην κοιλάδα του Σπερχειού. Ήταν όμως Ηπειρωτικό φύλο, λέει ο Ρωμαίος ιστορικός και φυσιοφίδης Πλίνιος.
Σύμφωνα με τη μυθική παράδοση οι Δρύοπες αρχικά κατοικούσαν στην Αμβρακία (περιοχή Άρτας), η οποία λεγόταν Δρυοπία και είχαν πρωτεύουσα την πόλη Δρυν. Η τοποθεσία, όμως, όπου είναι χτισμένη η πόλη Δρυς, δεν είναι εξακριβωμένη. Μερικοί την τοποθετούν κάπου στην Αμβρακία και κοντά στον Άραχθο. Άλλοι στο Δρύσκο κοντά στα Ιωάννινα.
Από όσα γράφει όμως ο Πετρίδης στο "Χρονικό της Δρυοπίδος" η αναζητούμενη πόλη Δρυς πρέπει να ήταν σε κάποια τοποθεσία του κάμπου της Δερόπολης, γιατί οι Δρύοπες πιεζόμενοι από τους Νότια Ελλάδα και πέρασαν στα νησιά και άλλοι απλώθηκαν και εγκαταστάθηκαν σε διάφορα μέρη της Ηπείρου, όπως και στην περιοχή της Δερόπολης, που ήταν πρόσφορη για εγκατάσταση συνοικισμών.
Σε κάποια τοποθεσία λοιπόν της κατάφυτης από δρυς κοιλάδας με τον ποταμό Δρύνο στη μέση και τους πλούσιους βοσκότοπους στις πλαγιές των γύρω βουνών, έχτισαν οι Δρύοπες την πόλη τους την "ΔΡΥΝ". Η πόλη ύστερα από αιώνες καταστράφηκε από εχθρική επιδρομή και εξαφανίστηκε. Αργότερα όμως, ο Αδριανός, σύμφωνα με μία εκδοχή, έχτισε την Αδριανούπολη στα ερείπια κάποιας άλλης άγνωστης πόλης. Το γεγονός αυτό μας γεννάει την εύλογη υποψία, μήπως η άγνωστη αυτή πόλη ήταν η αναζητούμενη πόλη των Δρυόπων.
Σε κάποια τοποθεσία λοιπόν της κατάφυτης από δρυς κοιλάδας με τον ποταμό Δρύνο στη μέση και τους πλούσιους βοσκότοπους στις πλαγιές των γύρω βουνών, έχτισαν οι Δρύοπες την πόλη τους την "ΔΡΥΝ". Η πόλη ύστερα από αιώνες καταστράφηκε από εχθρική επιδρομή και εξαφανίστηκε. Αργότερα όμως, ο Αδριανός, σύμφωνα με μία εκδοχή, έχτισε την Αδριανούπολη στα ερείπια κάποιας άλλης άγνωστης πόλης. Το γεγονός αυτό μας γεννάει την εύλογη υποψία, μήπως η άγνωστη αυτή πόλη ήταν η αναζητούμενη πόλη των Δρυόπων.
Αυτές είναι με λίγα λόγια οι πληροφορίες που έχουμε από τη μυθολογία για την ιστορία των Δρυόπων. Τα γεγονότα όμως γύρω από την ιστορία τους δεν είναι και τόσο ξεκαθαρισμένα. Παρουσιάζονται κάπως ανακατεμένα και χωρίς αλληλουχία και χρονολογική σειρά. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πως συνέβαινε, ώστε στα εδάφη που κατείχαν και εξουσίαζαν οι Δωδωναίοι, να εμφανίζονται και να εγκαθίστανται ταυτόχρονα σ'αυτά και οι Δρύοπες. Αλλά αυτό δεν πρέπει να μας παραξενεύει. Γιατί σε όλους τους αρχαίους λαούς που έζησαν στην προϊστορική και μυθική εποχή τα γεγονότα παρουσιάζονται αλληλοσυγκρουόμενα και ιδιαίτερα σε χώρες που δεν έχουν γίνει ακόμα οι σχετικές έρευνες σε αρχαιολογικά μνημεία για την επαλήθευση των μύθων και θρύλων, όπως για παράδειγμα στη Δερόπολη..